Τρίκαλα Άγιοι Απόστολοι Καρυές Λογγάκι Περδικορράχη Ριζαρειό Σωτήρα Φλαμούλι Ελάτη Άγιος Γεώργιος Βλατανέοι Βλάχα Λιπιότα Ξυλοχώρι Άγιος Νικόλαος Αθαμανία Βροντερό Γαρδίκι Παλαιοχώρι Δέση Βακάρι Φορτώσι Δροσοχώρι Καλόγηροι Νεραϊδοχώρι Περτούλι Πύρρα Βασιλική Άγιοι Θεόδωροι Θεόπετρα Περιστέρα Λυγαριά Γόμφοι Δροσερόν Μουριά Παλαιομονάστηρο Πηγή Μεγαλοχώρι Λόγγος Πατουλιά Χρυσαυγή Καλαμπάκα Αγία Παρασκευή Βιτουμάς Αύρα Νέα Ζωή Βλαχάβα Διάβα Κορομηλιά Καστράκι Κρύα Βρύση Τριφύλλια Μεγάλη Κερασέα Μουργκάνη Ορθοβούνι Σαρακήνα Βαλτινό Δενδροχώρι Εξάλοφος Ματσουκιώτικα Κάτω Ελάτη Αμμουδιά Μέλιγος Μεσιακά Φωτάδα Καστανιά Μηλότοπος Αμάραντο Ελάφι Αμπελοχώρι Καλομοίρα Ματονέρι Κλεινό Αμπέλια Μπάσια Χρύσινο Αηδόνα Γλυκομηλιά Καλογριανή Παλαιοχώρι Χρυσομηλιά Πρίνος Ανταλλάξιμα Γενέσι Γοργογύρι Δίλοφο Ξυλοπάροικο Κόρη Πρόδρομος Παναγία Κουτσούφλιανη Κορυδαλλός Μαλακάσι Πεύκη Τρυγώνα Ανάληψη Μεγάλα Καλύβια Αγία Κυριακή Γλίνος Οιχαλία Γεωργανάδες Κλοκοτός Κρήνη Πετρωτό Παλαιόπυργος Κοκκόνα Αγρελιά Αρδάνι Ζηλευτή Κουμαριά Κρηνίτσα Λιόπρασο Λαγκαδιά Ρίζωμα Ελληνόκαστρο Πλάτανος Ράξα Χαϊδεμένη Σπαθάδες Άγιος Νικόλαος Ταξιάρχες Νομή Πετρόπορος Σερβωτά Φανερωμένη Φήκη Δροσοπηγή Ελευθεροχώρι Παραπόταμος Βαλαμάνδρι Λιλή Πιάλεια Φιλύρα Πύλη Άγιος Βησσαρίων Άγιος Προκόπιος Κοτρώνιον Λογγιές Κάτω Παλαιοκαρυά Άνω Παλαιοκαρυά Μέση Παλαιοκαρυά Πετροχώρι Ροποτό Άγιος Δημήτριος Άγιος Ιωάννης Λογγιές Παναγία Πολυθέα Τσεκούρα Στουρναραίικα Άγιος Κωνσταντίνος Ισιώματα Καλλιθέα Καρυές Καστανιά Παλαιοχώρι Ψάρρο Βαθύρρευμα Βαλκάνο Ζωγραφαίικα Παναγιωταίικα Λιβαδοχώρι Μεσοχώρα Εξοχή Σπίτια Μοσχόφυτο Λεπτοκαρυά Ορεινή Πλατανάκια [ 47 ] Νέα Πεύκη Παράμερο Πολυνέρι Παναγία Κονισκός Καλοχώρι Γερακάρι Καλλιθέα Λογγά Μαυρέλι Αχελινάδα Φλαμπουρέσι Αγία Τριάδα Φωτεινό Κεφαλόβρυσο Διαλεκτό Διπόταμος Ρόγκια Μέγα Κεφαλόβρυσο Μεγάρχη Καλονέρι Ουρανός Φαρκαδών Αχλαδοχώρι Γριζάνο Διάσελλο Ζάρκος Κεραμίδι Παναγίτσα Πηνειάς Ασπροκκλησιά Κερασούλα Ψήλωμα Αγιόφυλλο Αγναντιά Σταγιάδες Αχλαδέα Θεοτόκος Γάβρος Άγιος Δημήτριος Κακοπλεύρι Ξηρόκαμπος Οξύνεια Μύκανη Σκεπάρι Καλλιρρόη Αγία Παρασκευή Ανθούσαν Κατάφυτo Μηλιά Κρανιά Δολιανά Κονάκια Πολυθέα Στεφάνι Χαλίκι Μυρόφυλλο Άγιος Γεώργιος Γκολφάρι Γλίστρα Καραβδαίικα Μπουρνιάς Πύργος Φτέρη Νεράιδα Λαφίνα Αρματολικό Γούρνες Γράβος Λεφαίικα Σκλήθρα Παχτούρι Αετός Κορυφή

Τοπικές παραδοσιακές ενδυμασίες

Γυναικεία ενδυμασία Βλάχων
Κάθε μία από τις παραδοσιακές Βλάχικες φορεσιές,έχει τη δική της ιστορία,που συμπλέει βέβαια με τις τοπικές παραδόσεις αλλά και ποικίλα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα.
Οι φορεσιές των Ελληνόβλαχων,δεν είναι στατικές,με την έννοια ότι παρουσιάζουν μία έστω και αργή εξέλιξη.Για παράδειγμα με το πέρασμα του χρόνου τα υφαντά μάλλινα ρούχα αντικαθίστανται από υφάσματα που έρχονται από την Δύση ή την Ανατολή μέσω των Βλάχων πραματευτάδων και κυρατζήδων,τα κεντητά μοτίβα εμπλουτίζονται από άλλα εισαγόμενα,δείγμα και αυτό της οικονομικής ευμάρειας και κοινωνικής ανύψωσης των Βλάχων,που από κτηνοτροφική κοινωνία διαμορφώνονται σταδιακά σε αστική τάξη των μεγάλων Ελληνικών και Βαλκανικών πόλεων.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της γυναικείας φορεσιάς είναι η ποδιά.Η σημασία της διπλή:η μεγάλη της επιφάνεια προσφέρεται για διακόσμηση ενώ συμβολικά καλύπτει την πιο ευαίσθητη περιοχή του γυναικείου σώματος.Τα περίπλοκα και πολύχρωμα κεφαλοκαλύμματα,διαφορετικά κατά περιοχή, είναι απαραίτητα, και τονίζονται με συνδυασμούς χρυσών και ασημένιων κοσμημάτων.
Αντίθετα θα λέγαμε,ότι οι ανδρικές φορεσιές των Αρμάνων-Βλάχων είναι αυστηρές στη γραμμή και το χρώμα, και λιτές στην διακόσμηση τους, εάν εξαιρέσουμε τις Γραμμουστιάνικες φορεσιές και κυρίως την γαμπριάτικη,η οποία εμφανίζει ένα ιδιαίτερα πλούσιο διάκοσμο.
Οι Αρμάνοι, κάτοικοι βασικά των ορεινών περιοχών,ντυνόταν με βαριές μεταξοβάμβακες στόφες για τα φορέματα (υφαντές,σεγκούνια,φλοκάτα,ντουλαμάδες),ρούχα κατάλληλα για την αντιμετώπιση των κλιματολογικών συνθηκών στους τόπους διαβίωσης τους.Οι βλάχικες φορεσιές απετέλεσαν έργα κατ’ εξοχήν ανδρικών χεριών των «Βλαχοραυτάδων»,που συνέχισαν την Βυζαντινή παράδοση ράβοντας και στολίζοντας γαμπριάτικες, νυφιάτικες και γιορτινές φορεσιές και ήταν περιζήτητοι για την τέχνη τους σε όλο τον Ελλαδικό και Βαλκανικό χώρο.
Εξίσου σπουδαίοι υπήρξαν και οι χρυσικοί που συμπλήρωναν τον στολισμό των γυναικείων κυρίως φορεσιών,με λεπτοδουλεμένα κοσμήματα.Ένα ιδιαίτερο επίσης χαρακτηριστικό της γυναικείας φορεσιάς είναι το συγκούνι (συγκούνα-σαγιάκι-σιάρκα-φλοκοτό) που συναντιέται σε παραλλαγές κατά περιοχή,αλλά και κατά κοινωνική ομάδα,ως προς την έκταση και τον πλούτο των κεντημάτων του.Από τον 18ο αιώνα παρακολουθούμε ότι ακόμη και στις ορεινές και αποκομμένες κτηνοτροφικές κοινωνίες αρχίζουν να εγκαταλείπουν σιγά–σιγά την απλή γυναικεία φορεσιά τους με την πουκαμίσα και το σεγκούνι, και να υιοθετούν παράλληλα με τα Βαλκανικά αστικά κέντρα,τα νέα «αστικά αντεριά».Αλλά θα πρέπει να τονίσουμε ότι, κάθε ενδυματολογική αλλαγή οι Ελληνόβλαχοι την προσαρμόζουν στους αυστηρούς κανόνες της συντηρητικής τους αισθητικής και παράδοσης.Στα τέλη του 19ου αιώνα πολλές Ελληνόβλαχες αποδέχθηκαν τα «Γιαννιώτικου» τύπου φορέματα με τις φαρδιές φούστες, που υιοθέτησε και η Αμαλία.Με τέτοιες φορεσιές π.χ ντύθηκαν και οι Μετσοβίτισσες και το διατηρούν μέχρι και σήμερα.
Τέλος πρέπει να αναφερθεί ότι οι Ελληνόβλαχες καθιέρωσαν για νυφικό τους μαυρομπλέ η μαυρομώβ στόφες,διακοσμημένες με σχέδια της εποχής.Καθιερώνουν επίσης καινούργια κοπή και καταλήγουν σε ένα «φόρεμα» ευρωπαϊκού ύφους που μαζί με προγενέστερα γιλέκα η σεγκούνια αποτελεί την τελευταία φάση της εξέλιξης της γυναικείας Βλάχικης παραδοσιακής φορεσιάς.
Η γυναικεία αρβανιτοβλάχικη φορεσιά αποτελείται από:
Φουστάνι (μάλλινο καθημερινό, ή γυαλιστερό για γιορτινό).Γιλέκο,συγκούνι,ποδιά (υφαντή για καθημερινή,ή ταφταδένια για γιορτινή).Ζώνη φαρδιά υφασμάτινη με χρυσά σιρίτια,κάλτσες και μαύρα δερμάτινα παπούτσια.Στο στήθος στολίζονται με φλουριά και σκουλαρίκια στα αυτιά.Μαντίλι απλό στο κεφάλι με κοπανελίσια δαντέλα (κουκάκια).Φορούν πρώτα το φουστάνι,από πάνω το γιλέκο,το σιγκούνι,την ποδιά και την ζώνη.Το χρώμα του φουστανιού συνήθως ήταν μπλε,κεραμιδί,ή απαλό πράσινο και η ποδιά κόκκινη ή μαύρη με κεντίδια.

Γυναικεία ενδυμασία Καραγκούνηδων
Η συγκεκριμένη φορεσιά είναι μια από τις πιο βαριές φορεσιές της Ελλάδας,ενώ όλα τα εξαρτήματά της έχουν κεντητή διακόσμηση.Από αυτά,το πουκάμισο,η τραχηλιά και το κεφαλομάντιλο ράβονταν και κεντιόταν από τις ίδιες τις Καραγκούνες.Τα υπόλοιπα εξαρτήματα (καβάδι,καβαδομάνικα,σαγιάς,γιλέκο και ποδιά) στολίζονταν με τερζήδικο κέντημα από τους τερζήδες ραφτάδες.Αξίζει να σημειωθεί ότι τα καραγκούνικα διακοσμητικά μοτίβα έχουν άμεση σχέση με βυζαντινά διακοσμητικά πρότυπα.
Στη φορεσιά της Καραγκούνας διακρίνουμε τρεις τοπικές παραλλαγές:
α) Φορεσιά περιοχής Τρικάλων,με κέντρο τα Μεγάλα Καλύβια.Σ' αυτήν την παραλλαγή ο σαγιάς έχει ολόγυρα στη μέση πολλές πιέτες,το γιλέκο εκτός από το κέντημα,το στολίζουν και δύο ή τέσσερις φούντες παρόμοιες μ' αυτές που στολίζουν τα μανίκια του πουκαμίσου.
β) Φορεσιά περιοχής Καρδίτσας και Καρδιτσομαγούλας.
γ) Φορεσιά περιοχής Παλαμά και Σοφάδων.
Η φορεσιά της Καραγκούνας αποτελείται από το λινομάνικο πουκάμισο με πυκνά μαύρα κρόσσια στον ποδόγυρο και τα μανίκια,την τραχηλιά,το διπλό σαγιά,τα καβαδομάνικα,το γιλέκι,την ποδιά,τον κεφαλόδεσμο,τα τσερέπια και τα υποδήματά τους.
Το ποκάμισο,είναι από ύφασμα λινό ή βαμβακερό.Στον ποδόγυρο και στα μανίκια στολίζεται με μια ζώνη με πυκνό μετρητό κέντημα από σκουρόχρωμες μεταξωτές ή μάλλινες κλωστές και μακριές φούντες.Η κεντητή ζώνη που στολίζει τον ποδόγυρο λέγεται ντεκλιμές.Για να το ράψουν,κόβουν σε όλο το φάρδος του υφάσματος ένα κομμάτι ανάλογο με το ύψος που έχει η γυναίκα, που θα το φορέσει.Το κομμάτι αυτό το διπλώνουν στα δυο στο μήκος σχηματίζοντας την πλάτη και το μπροστινό,χωρίς ραφή στους ώμους.Κάθετα στη μια όψη ανοίγουν την τραχηλιά και στρογγυλεύουν τη λαιμόκοψη.Στα πλάγια ράβουν τα λαγκιόλια,που μπαίνουν δύο στην κάθε πλευρά.Το πουκάμισο το κεντούσε μόνη της η Καραγκούνα και από πολύ μικρή ηλικία ετοίμαζε τα πουκάμισα που ήταν απαραίτητα για τα διάφορα στάδια της κατοπινής ζωής της.Το κοριτσίστικο πουκάμισο,που ήταν απλό σε διακόσμηση και το φορούσε, όταν πρωτόβαζε τα καραγκούνικα.Το κατάλινο,το νυφικό δηλαδή πουκάμισο,που ήταν ολόκληρο φτιαγμένο από λινάρι.Τέλος,το γριΐστικο πουκάμισο,που προοριζόταν για την προχωρημένη ηλικία και που ήταν κουτρουλό,δηλαδή χωρίς φούντες.
Η τραχηλιά είναι το ορθογώνιο κομμάτι από άσπρο μεταξωτό αγοραστό ύφασμα,με μια στενή κατακόρυφη κεντητή ζώνη με κέντημα μετρητό.Πολλές φορές πάνω στο κέντημα ή και στο τελείωμά του βάζουν πολύχρωμα κουμπιά, γυάλινες χάνδρες.Η τραχηλιά μπαίνει στο στήθος κάτω από τον σαγιά και το γιλέκι.
Ο διπλός σαγιάς,είναι δύο βαμβακερά φουστάνια,εκ των οποίων το εσωτερικό ονομάζεται κοντοσαγιάς και το εξωτερικό,χαρτζωτός σαγιάς,από τα χάρτζια ή τα ζέχια που τον στολίζουν.Ο κοντοσαγιάς είναι το αμάνικο φόρεμα,που μπαίνει πάνω από το πουκάμισο και κάτω από τον καλό σαγιά,τον χαρτζωτό, από άσπρο βαμβακερό ύφασμα, βουρνωτό.
Ο χαρτζωτός σαγιάς είναι πολύπτυχος, συνήθως λουλακίσιος με επίρραπτο κεντητό ποδόγυρο,που ταιριάζει με το γιλέκι και πάντα αμάνικος με στενό πανωκόρμι και με πιέτες στη φούστα.Στον ποδόγυρο προσαρμόζεται μια διακοσμητική ταινία με κέντημα, που ονομάζεται λουρίδα.Αποτελείται από ένα μονοκόμματο ίσιο φύλλο,που σχηματίζει την πλάτη.Τα δυο μπροστινά σχηματίζουν τέσσερα κομμάτια ύφασμα,λοξά κομμένα, που μπαίνουν δύο από κάθε πλευρά και είναι κοντύτερα το ένα από το άλλο.Το μακρύτερο φύλλο μπαίνει προς το κέντρο και ράβεται με την πλάτη στο ύψος των ώμων. Το κοντύτερο είναι ραμμένο προς τα πλάγια, και φτάνει ως τη μασχάλη.Κάτω ακριβώς από τη μασχάλη προς τα πίσω μπαίνει ένα μικρό λαγκιόλι, που φτάνει ως τη μέση και ενώνει την πλάτη με τα μπροστινά.Από τη μέση και κάτω φέρει πολλές κατακόρυφες πιέτες και οι ποδιές είναι πάντα κατεβασμένες σε αντίθεση μ' εκείνες της καραγκούνας των Σοφάδων, που γυρίζουν προς τα έξω.Τις ραφές στο κορμί του σαγιά τις στολίζουν με μαύρα γαζιά.Ο σαγιάς στολίζεται με χάρτζια ή ζέχια, μεταξωτά κορδονάκια στριμμένα με νήματα πορτοκαλιά και κόκκινα με λιγότερο γαλάζιο, πράσινο και μαύρο.
Τα καβαδομάνικα ή μανικούλια ή χούφτες είναι πρόσθετα επιμάνικα,από βελούδο ή τσόχα,ολοκέντητα με ουτράδες ή χρυσογάιτανα, ανάλογα με το κέντημα που έχει το καβάδι.Τα καβαδομάνικα φοριούνται πάνω από τα μανίκια του πουκαμίσου,λίγο πιο ψηλά από τον αγκώνα.
Οι Καραγκούνες για να σφίγγουν και να συγκρατούν το στήθος φορούν το γιλέκι.Είναι ένας ιδιόρρυθμος,πολύ μικρός, αμανίκωτος επενδύτης από βαμβακερό ύφασμα,γεμάτος πολύχρωμο κέντημα φτιαγμένο από τους ραφτάδες.Φέρει μεγάλο άνοιγμα στην τραχηλιά και στις μασχάλες και είναι ολόκληρο ρελιασμένο στα στριφώματα, με ρούχο.Μέσα από το ρούχο ράβουν σειρές ζέχια και πιο μέσα κεντούν οι τερζήδες διάφορα σχέδια,όπως τα φεγγάρια,τα κλειδωτά,την κλάρα.Στην πλάτη μόνο αφήνουν στο κέντρο ένα ορθογώνιο ακέντητο κομμάτι για να φαίνονται οι μύτες,που τις πλέκουν οι γυναίκες με μαραγκή κλωστή με το βελονάκι.Οι μύτες είναι μια λεπτή μαύρη νταντέλα που τη ράβουν ολόγυρα στο ακέντητο ύφασμα.
Οι Καραγκούνες κατά κανόνα φορούν δύο ποδιές.Μία εσωτερική από αγοραστό ύφασμα,γνωστή ως δεύτερη ποδιά και την κυρίως ποδιά,την καλή.Το σχήμα της καλής καραγκούνικης ποδιάς είναι τραπεζιοειδές και απαρτίζεται από τρία κομμάτια:δύο οριζόντια,το αμπόλι και την πόστα και ένα κατακόρυφο, την κυρίως ποδιά.Το αμπόλι είναι το κομμάτι που αποτελεί είδος ζώνης για την ποδιά και έχει σχήμα πεπλατυσμένου τραπεζίου, που φαίνεται σα να είναι τοποθετημένο ανάποδα,έχοντας δηλαδή τη μεγαλύτερη βάση του πάνω.Είναι φτιαγμένο από διαφορετικό ύφασμα σε υφή και σε χρώμα από το ύφασμα της κυρίως ποδιάς.Συνήθως χρησιμοποιείται το βελούδο ή μεταξωτό ή βαμβακερό ύφασμα που στην ανάποδη ενισχύεται με χαρτόνι.Η χρήση του διαφορετικού υφάσματος δικαιολογείται από το γεγονός ότι στο αμπόλι γαντζώνουν τα κοσμήματα της μέσης και επομένως φθείρεται πολύ εύκολα,οπότε πρέπει να αντικαθίσταται συχνά.Η διακόσμηση στο αμπόλι παρουσιάζεται τελείως άσχετη με το τερζήδικο κέντημα της κυρίως ποδιάς.
Η κυρίως ποδιά είναι το σπουδαιότερο κομμάτι και έχει επίσης σχήμα τραπεζίου.Απαραίτητο στοιχείο εδώ είναι οι δύο κατακόρυφες ραφές, που χωρίζουν το τραπέζιο σε τρία μέρη:ένα κεντρικό,που λέγεται μάνα και έχει σχήμα ορθογωνίου παραλληλογράμμου και δύο όμοια πλαϊνά λοξά φύλλα,τις λόξες ή τα λαγκιόλια,που έχουν και αυτά σχήμα τραπεζίου,με δύο γωνίες ορθές το καθένα.Η πόστα ή η προσκεφαλιά αποτελεί το κατώτατο μέρος της καραγκούνικης ποδιάς και επεκτείνει το τραπεζιοειδές σχήμα της κυρίως ποδιάς.Η πόστα δεν υπάρχει σ' όλες τις ποδιές και η παρουσία της ή η απουσία της δεν είναι τόσο στοιχείο τοπικής παραλλαγής όσο χρονολογικό κριτήριο,αφού οι παλιότερες ποδιές είναι χωρίς πόστα.Οι καλές καραγκούνικες ποδιές είναι κατασκευασμένες από σκουτί ή από τσόχα και γι' αυτό οι τσόχινες ποδιές ονομάζονται ρουχίσιες ή ρουχιένιες.
Η δεύτερη ποδιά είναι απαραίτητη ακόμη και με τα καλά ρούχα,τα νυφιάτικα δηλαδή και τα γιορτινά. Η ύπαρξη της δεύτερης ποδιάς οφείλεται σε καθαρά πρακτικούς λόγους,καθώς φοριέται για να σκεπάζει όλο το μπροστινό μέρος του σώματος,που φαίνεται καθώς ανοίγει το καβάδι και ο σαγιάς και που δεν καλύπτει η στενή τσόχινη ποδιά.Η δεύτερη ποδιά,ηπανίσια,είναι πιο φαρδιά και με πολλές σούρες.Τρία τμήματα απαρτίζουν τη διακόσμηση της ποδιάς,που περιορίζεται στο κάτω μόνο μέρος:
α) μία ταινία με κέντημα μονόχρωμο ή πολύχρωμο
β) ο φραμπαλάς, που ράβεται μετά την κεντητή ταινία
γ) το τελείωμα, που παρουσιάζεται με δύο παραλλαγές.
Ενας άλλος τύπος ποδιάς είναι η ποδιά της δουλειάς πιστιμάλ ή (πεστιμάλι).Είναι μια απλή,χειροποίητη υφαντή ποδιά.Αυτή είναι η λεγόμενη αργολείσια (σ' αντίθεση με την πανίσια, τη δεύτερη ποδιά και τη σκουτίσια ή ρουχίσια, την καλή ποδιά.Εχει σχήμα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο και στολίζεται με πολλές και στενές χρωματιστές ρίγες.
Η διακόσμηση της καραγκούνικης ποδιάς εξελίσσεται με βάση δύο διασταυρούμενους ιδεατούς άξονες:έναν κατακόρυφο και έναν οριζόντιο.Ο κεντητός διάκοσμος που συνήθως στολίζει τα εξαρτήματα της καραγκούνικης φορεσιάς αποτελείται κατ' εξοχήν από φυτικά θέματα συνδυασμένα με γεωμετρικά σχήματα, άλλοτε ελεύθερα ή αυτοτελή και άλλοτε ταινιόσχημα ή συνεχή.
Στη χειμωνιάτικη φορεσιά τους οι Καραγκούνες βγάζουν το σαγιά και στη θέση του φορούν το γκιουρντί,μαύρο σκούτινο επενδύτη,με πιέτες ολόγυρα,με πολλά λαγκιόλια και λίγο κέντημα.Για ακόμη μεγαλύτερη προστασία από το κρύο φορούν πάνω από το σαγιά ή πάνω από το γκιουρντί το φλοκάτο,έναν επενδύτη βαρύτερο από το γκιουρντί.
Οι φούντες για τον ποδόγυρο και τα μανίκια είναι απαραίτητο εξάρτημα της καραγκούνικης φορεσιάς.
Η φορεσιά είναι κατάφορτη από κοσμήματα, τα οποία είναι δώρα του γαμπρού.Αυτά είναι η μικρή ριχτή καδένα,η μεγάλη και τα κιουστέκια με τις πολλές αλυσίδες,των οποίων οι πόρπες τους κλείνουν το γελέκι.Η μικρή ριχτή καδένα είναι μια ιδιότυπη κοντή αλυσίδα με ένα ως τρία ντομπλόνια,για το στολισμό του στήθους.Η μεγάλη είναι όμοια με την μικρή καδένα,αλλά πολύ μακρύτερη, φτάνει ως τη μέση και είναι γεμάτη φλουριά, ντούμπλες κ.α.
Τα χέρια στολίζουν τα μπελετζίκια.,που είναι απλά,χυτά ή συρματερά μαλαμοκαπνισμένα.
Ο κεφαλόδεσμος αποτελείται από τον κόθρο,ένα μάλλινο μπομπάρι.Πλεγμένος κοσίδα με τραγίσια μαλλιά ήταν παλιότερα πολύ παχύς, γι' αυτό και το κεφαλόδεμα γινόταν πολύ μεγάλο.Με τον κόθρο δένανε το κεφαλόδεμα μια φορά πάνω στο κεφάλι και ύστερα το βγάζανε,το κρεμούσαν και το ξαναβάζανε χωρίς να χαλάσει το δέσιμο.Από πάνω δένουν περίτεχνα το μαντίλι με τα παρδαλούδια,που είναι ένα τετράγωνο μαύρο μαντίλι με μπιμπίλα ολόγυρα και λίγο κέντημα στη μία γωνία.Η γωνία αυτή πρέπει στο δέσιμο να έρθει πίσω στην πλάτη για να τη στολίζει.Διπλώνουν το μαντίλι στα δύο τριγωνικά και το ακουμπούν στο κεφάλι χαμηλά στο μέτωπο,βάζοντας προς τα μέσα τα παρδαλούδια,έτσι που η αριστερή άκρη να είναι μεγαλύτερη.Τη δεξιά άκρη την περνούν πίσω χαμηλά στον αυχένα προς τ' αριστερά και μ' αυτόν τον τρόπο το μαντίλι αναδιπλώνεται και φαίνονται τα παρδαλούδια του.
Η κόμμωση που συνηθίζουν είναι η εξής:χτενίζουν τα μαλλιά τους έτσι που στο μέτωπο στην αριστερή πλευρά να σχηματίζουν μια γλώσσα.Στο πίσω μέρος τα χωρίζουν στα δυο και πλέκουν πρώτα στην αριστερή πλευρά χαμηλά πίσω από τ' αυτί μια κοσάνα,η οποία σκεπάζει το δεξί αυτί και έρχεται γύρω-γύρω στο κεφάλι,μπροστά λίγο πάνω από το μέτωπο ως το αριστερό αυτί.Αν τα μαλλιά τους δεν φτάνουν, προσθέτουν ξένα και τα δένουν με μια κορδέλα που κάνει δύο φορές βόλτα στο κεφάλι.Στην άκρη της η κορδέλα έχει μια κόπτσα, που την καρφώνουν δεξιά πάνω από την κοσάνα,λίγο πάνω από τ' αυτί.Συχνά φαίνονται λίγα μαλλιά στα μάγουλα,που τα ονομάζουν ραμόνες.
Τον κεφαλόδεσμο συγκρατούν και στολίζουν οι κεφαλόκοπτσες,οι καρφίτσες,η αράδα με τα φλουριά, ενώ στ' αυτιά φορούν τα σκλαρμάτια.Η κεφαλόκομτσα είναι το κόσμημα που βάζουν στο πίσω μέρος του κεφαλιού όλες οι γυναίκες,όταν δένουν το κεφαλόδεμα για να το στερεώσουν.Δύο κόπτσες ενωμένες με δύο αλυσίδες σχηματίζουν το κόσμημα -η μία έχει συνήθως σχήμα πουλιού,ενώ η άλλη είναι μια διάτρητη ροζέτα με μια κόκκινη πέτρα στη μέση.Πολλές φορές μια τρίτη κόπτσα συγκρατεί στο κέντρο τις αλυσίδες.Οι δυο ακριανές καρφώνουν πάνω από τ' αυτιά και η τρίτη ψηλά στο πίσω μέρος του κεφαλιού.
Τα σκαρλαμάτια είναι τα μαλαμοκαπνισμένα σκουλαρίκια, που κρεμούν από τα τρυπημένα αυτιά τους.
Τα τσερέπια,οι κάλτσες τους,τα πλέκανε οι ίδιες και τα στόλιζαν στις μύτες και στις φτέρνες με σκέτο κόκκινο μαλλί,που το πλαισίωναν με μια μικρή λουρίδα κεντηματάκι, τα παρδαλούδια.Τελευταία,βάζουν κόκκινο,άσπρο και γαλάζιο μαλλί σε διάφορα σχέδια.
Τα κορδέλια είναι είδος υποδήματος,που φορούσαν οι γυναίκες σε όλα τα καραγκουνοχώρια.Μαύρα,βιδελίσια με χαμηλό χοντρό τακούνι και πατημένο το πίσω μέρος,είχαν μπροστά δέσιμο σαν ανδρικό παπούτσι,με πολύχρωμες κορδέλες γι' αυτό τα ονόμαζαν κορδέλια.Για περισσότερο στολισμό είχαν ολόγυρα σειρές κόκκινες κάψουλες.

Γυναικεία ενδυμασία Σαρακατσαναίων
Η φορεσιά της Θεσσαλίας αποτελείται από τα εξής κομμάτια:
1. Κατασάρκι.Μάλλινο υφαντό άσπρο γινωμένο,δηλαδή χτυπημένο στη νεροτριβή.Φοριέται κατάσαρκα για εσώρουχο.Είναι ανοιχτό στο στήθος με κοντά μανίκια,περίπου δέκα πόντους κάτω από τον ώμο.
2. Πουκάμισο.Μακρύ υφαντό βαμβακερό με κέντημα στα μανίκια (φρούτα),τα οποία είναι κεντημένα από τον ώμο μέχρι τον αγκώνα,πολύ πιο φαρδιά από τα φρούτα της Θράκης και με περισσότερο κέντημα.Στο στήθος είναι ανοικτό με κέντημα 5 πόντων και από τις δύο πλευρές μέχρι το λαιμό.Το κέντημα αυτό λέγεται μπρουμάνκο, προφανώς επειδή ήταν το ίδιο με το κέντημα από τα μανίκια.
3. Ζωστάρι.Είδος γιλέκου,μακρύ μέχρι τους γοφούς.Είναι κεντημένο στο μπροστινό μέρος και από τις δύο πλευρές,οι οποίες λέγονται προφύλλια.Υπάρχει μεγάλο άνοιγμα στο στήθος,το οποίο καλύπτεται από το πουκάμισο.
4. Φούστα.Είναι μακριά, από τη μέση μέχρι τη γάμπα.Είναι φτιαγμένη από υφαντό φίνο μάλλινο ύφασμα,λεπτό με γυαλιστερή επιφάνεια.Είναι φτιαγμένη από τρία παράλληλα κομμάτια υφαντού υφάσματος μαζεμένα σούρα,για να γίνουν πιέτες και ραμμένα στο ζωνάρι της φούστας. Τα χρώματα της φούστας ήταν σκούρα βυσσινί ή γαλάζιο και ήταν στολισμένη με δύο ή τρία κολλήματα από δαντέλα και κεντοπάνι σε ανάλογες αποστάσεις από το γόνατο και κάτω.Στο κάτω μέρος είχε δαντέλα σε σχέδιο μύτες χρωματιστές.Οι πιο επίσημες φούστες,πολύ παλιά,ήταν κεντημένες στο κάτω μέρος γύρω στα δέκα εκατοστά με χρωματιστές κλωστές σε διάφορα σχέδια.
5. Μανίκια.Στα χέρια φορούν μανίκια,τα οποία πιάνονταν με κόπτσα από το κατασάρκι,κάτω από τα φρούτα.Το κάτω μέρος που έπιανε τον καρπό το έλεγαν χειρότι και ήταν πλεκτό με διάφορα σχέδια.Το υπόλοιπο ήταν φτιαγμένο από οποιοδήποτε μάλλινο ή βαμβακερό ύφασμα.
6. Τραχλιά.Φοριέται στο λαιμό και καλύπτει το άνοιγμα του στήθους με μια προέκταση από ύφασμα που έχει από κάτω.Είναι κεντημένη και στολισμένη με δαντέλες και φρέντζες.
7. Ποδιά.Είναι μακριά,φοριέται μπροστά από τη φούστα και δένεται στη μέση.Είναι μακριά,μέχρι το τελείωμα της φούστας.Είναι κεντημένη και στολισμένη με δαντέλα και κεντοπάνι.Το ύφασμα της ποδιάς είναι βαμβακερό ή μάλλινο.Στη φορεσιά της Θεσσαλίας υπάρχει και ένα δεύτερο σχέδιο ποδιάς,μικρότερης από την πρώτη,όμοια σχεδόν με την πολύ παλιά της Θράκης και με σχεδόν ίδια σχέδια.
8. Μαντήλι.Είναι σταμπωτό βαμβακερό με κρόσια,κίτρινο ή άσπρο χρώμα.Το φορούσαν στο κεφάλι δεμένο πίσω.Δεν το φορούσαν τυλιγμένο (μπουρμπουλωμένο),επειδή είναι αντίθετο με την ψυχολογία των Σαρακατσάνων,γιατί θεωρούνταν σημάδι κατάθλιψης.Με αυτό τον τρόπο (μπουρμπουλωμένο) φορούσαν τα μαντήλια οι χήρες και οι γυναίκες που είχαν κάποιο μεγάλο πρόβλημα υγείας στο σπίτι τους.
9. Κάλτσες.Πλεκτές με νήμα άσπρο και κλωστές μάλλινες χρωματιστές σε διάφορα γεωμετρικά σχέδια.Τις φορούσαν στα πόδια από το γόνατο μέχρι τον αστράγαλο.
10. Πατούνες-κοντοτσούραπο.Τις φορούσαν στο κάτω μέρος του ποδιού,στην πατούσα και έπιανε μέχρι τον αστράγαλο.
11. Κάπα πανωφόρι.Το φορούσαν πάνω από το ζωστάρι και ήταν αμάνικο μέχρι τη μέση.Είναι κεντημένο στις δύο μπροστινές πλευρές και πίσω στην πλάτη.Στην πλάτη έχει ριγμένα δύο μανίκια διακοσμητικά, τα οποία ήταν κεντημένα.
12. Τέλος τσαρούχια με φούντες,όμοια με τα ανδρικά.

Ανδρική ενδυμασία Βλάχων
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η παραδοσιακή ενδυμασία των Βλάχων,αφού είναι δύσκολο να αναφερθούμε σε μία γενική,ομοιόμορφη,εθνική ενδυμασία.Στα βλαχοχώρια,συχνά, παρατηρούνται διαφοροποιήσεις και δημιουργία τοπικών ενδυματολογικών συνηθειών και παραδόσεων.Τα παλαιότερα χρόνια, κάθε βλαχοχώρι είχε το δικό του χαρακτηριστικό κέντημα,γνωστό στους τρουβάδες,στα σακιά, στα σαμάρια των ζώων,στα σαΐσματα,στις κουβέρτες,στις τέντες των σκηνών κι όπου αλλού μπορούσε κάτι να κεντηθεί.
Μπορούμε να μιλάμε για μία εθνική και γνήσια Αρωμούνικη (Βλάχικη) ενδυμασία,όταν αναφερόμαστε στον κτηνοτροφικό πληθυσμό.Η συνηθισμένη φορεσιά των Βλάχων είναι αυτή που φορούν οι τσοπάνηδες και οι αγωγιάτες και κατά κανόνα αυτήν φορούν όλοι όσοι δεν έχουν υιοθετήσει την ευρωπαϊκή ενδυμασία.Η βλάχικη ενδυμασία δεν διακρίνεται σε καλοκαιρινή και χειμερινή. Στην πραγματικότητα αυτά τα βαριά χειροποίητα ρούχα είναι ιδανικά για ένα βαρύ χειμωνιάτικο κλίμα, αλλά ο Βλάχος θα τα φορέσει και τον Ιούλιο.Τα ίδια επίσης ρούχα τα φορούσαν και ημέρα και νύχτα, με τη διαφορά ότι μερικά από τα βαρύτερα εξώρουχα τα έβγαζαν.Τα ρούχα, ιδιαίτερα των ανδρών, είναι κάπως πιο πρακτικά για έναν βουνίσιο λαό,όπως ήταν οι Βλάχοι.Είναι χοντρά,ανθεκτικά κι αφήνουν όλες τις κινήσεις των ποδιών ελεύθερες.Από την άλλη μεριά έχουν και πολλά μειονεκτήματα: είναι βαριά,ιδιαίτερα από τις αναδιπλώσεις που κρέμονται από τη μέση και πίσω, είναι σφιχτά στο σώμα και το βαρύ ύφασμα που είναι χρήσιμο στη διάρκεια του χειμώνα για τον υγρό καιρό,επειδή είναι αδιάβροχο,αποτελεί μειονέκτημα το καλοκαίρι.Επιπλέον,ο αριθμός των ρούχων και η περίπλοκη μέθοδος με την οποία τα φορούσαν,με τα δεσίματά τους και με τα άγκιστρα,κάνουν το βάλσιμο και το βγάλσιμο μια μεγάλη διαδικασία.Για την ορεινή όμως ζωή των Βλάχων ήταν μία πολύ επιτυχημένη ενδυμασία,με δεδομένο ότι για τους Βλάχους ολόκληρο το πλύσιμο του σώματος και το ξεντύσιμο δεν είναι διαδικασίες που γίνονταν κάθε μέρα.
Οι άνδρες φορούσαν την μάλλινη φανέλλα που ήταν χρώματος άσπρη ή θαλασσί πλεγμένη στο χέρι,επίσης φορούσαν σώβρακο και αυτό μάλλινο του ιδίου χρώματος πλεγμένο επίσης στο χέρι το χειμώνα και το καλοκαίρι υφασμάτινο.
Το πουκάμισο ήταν χρώματος μαύρο ή άσπρο,το μαύρο ήταν συνήθως μεταξωτό γυαλιστερό και το άσπρο ήταν κάμποτ αρίστης ποιότητας.Κούμπωνε στο στήθος μπροστά και κατέληγε σε γιακά παπαδίστικο κάνοντας δίπλα από τα κουμπιά πέντε πιέτες δεξιά και αριστερά.Από την μέση και κάτω μέχρι το γόνατο που έφτανε έκανε αρκετές σούρες μόνο μπροστά.Το μανίκι ήταν φαρδύ και κούμπωνε στο καρπό του χεριού.
Τα χολέβια ήταν μάλλινα,πλεγμένα στον αργαλειό ανάλογα με το χρώμα του πουκαμίσου ήταν άσπρο ή μαύρο.Στην μέση δένανε με ζώνη και από το γόνατο και κάτω ήταν στενό και έσφιγγε την γάμπα μέχρι τον αστράγαλο με κουμπιά που είχε από το γόνατο και κάτω.Στα πόδια φορούσαν κάλτσες μάλλινες,πλεκτές στο χέρι χρώματος μαύρου ή μπλε σκούρου.Κάτω από το γόνατο ήτανε οι καλτσοδέτες με φούντες μαύρες αριστερά και δεξιά.
Το γιλέκο ήταν ραμμένο από μάλλινο ύφασμα δίμιτο υφασμένο στον αργαλειό και αργότερα από τσόχα,μαύρο ή σκούρο μπλε και μπροστά ήταν χρώματος μπορντό ή μπλε σκούρο ή κυπαρισσί από βελούδο,ήταν κεντημένο με χρυσοκέντημα γύρω ή με μεταξωτή κλωστή,το σύρμα.Κούμπωνε ψηλά στο λαιμό και στη μέση και πολλές φορές στα πλάγια κάτω από το μανίκι με κουμπιά ή κόμσες.
Το τσιπούνι ήταν μάλλινο υφασμένο στον αργαλειό χρώματος μπλε σκούρο,βινιουτ,το λεγόμενο δίμιτο δεν κούμπωνε μπροστά ήταν κεντημένο συνήθως με κλωστή χρώματος μπορντό.Ήταν μεσάτο και πίσω είχε 40 με 45 δίπλες.Η ζώνη έσφιγγε το τσιπούνι.Ήταν αρκετά μεγάλη και ήταν φτιαγμένη στον αργαλειό χρώματος μπλε σκούρου ή μαύρου.Μέσα στην ζώνη τοποθετούσανε τα χρήματα τους ή το πουγκί.Το κεφάλι το στόλιζε ο κούκος χρώματος μαύρου από λούτρο.
Τα τσαρούχια ήταν μαύρα και μπροστά είχαν φούντα τρίχινη και από κάτω για να μη φθείρονται εύκολα είχανε μικρά καρφιά.Στο στήθος κρέμονταν πάντα η χρυσή ή α ασημένια αλυσίδα που κατέληγε στο ρολόι τσέπης και στα πανηγύρια φορούσανε ασημένιες αλυσίδες – τα κιουστέκια.

Ανδρική ενδυμασία Καραγκούνηδων
Σύμφωνα με τον κ. Αντώνης Αντωνίου,πρώην επιθεωρητής εκπαίδευσης,η αντρική καραγκούνικη ενδυμασία ήταν απλή ιδίως η καθημερινή,παντελόνι ντρίλι και την Κυριακή μάλλινο μαύρο με λευκό πουκάμισο και μάλλινο σακάκι.Οι καραγκούνηδες τον χειμώνα φορούσαν τη γούνα(δέρμα προβάτου επεξεργασμένο και γυρισμένο ανάποδα το μαλλί από μέσα το δέρμα από έξω) ήταν ζεστό και αδιάβροχο.








Ανδρική ενδυμασία Σαρακατσαναίων
Η ενδυμασία του Σαρακατσάνου αποτελείται από:
Το κατασάρκι,ένα είδος εσώρουχο και φανέλα.Πάνω από αυτό φοράνε τη μάλλινη φουστανέλα που είναι επίσης φτιαγμένη από σαγιάκι.Η φουστανέλα έχει λαγκιόλια (τρίγωνα κομμάτια υφασμάτινα ραμμένα μεταξύ τους) και οι ραφές της καθώς και τα ανοίγματα στις τσέπες είναι στολισμένα με μαύρο μάλλινο κορδόνι.
Στα πόδια φοράνε πατούνες,πλεχτές μάλλινες κάλτσες μέχρι τον αστράγαλο.
Από τις γάμπες μέχρι πάνω από το γόνατο φορούν μάλλινες άσπρες υφαντές κάλτσες κεντημένες με μαύρα κατσέκια.
Το πουκάμισο,λευκό βαμβακερό πλατυμάνικο που στο κάτω μέρος του μανικιού στενεύει.
Το γιλέκο,από μαύρο σαγιάκι κεντημένο με μαύρα γαϊτάνια.
Το τζιμαντάν,είδος ζακέτας με μανίκια,που το φορούσαν το χειμώνα.
Στη μέση φορούν το ζωνάρι,μάλλινο υφαντό και πάνω από αυτό το “σλιάφι” δερμάτινη ζώνη με θήκες για χρήματα και όπλα.
Στο κεφάλι φορούν βυσσινί φέσι με φούντα ή άσπρο χωρίς φούντα,στο οποίο ήταν τυλιγμένο ένα μαύρο μαντήλι,το λαχούρι..
Για το πολύ κρύο ο Σαρακατσάνος ρίχνει επάνω του την “κοντόκαπα”.
Το τσιπκένι είναι το επίσημο πανοφώρι.Το φορούν πάνω από το πουκάμισο και είναι μάλλινο,από τσόχα σε χρώμα μπλέ ή πράσινο με δύο μανίκια ριγμένα στις πλάτες,κεντημένα με κορδόνι μαύρο ή χρυσό.